дельфин - translation to πορτογαλικά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

дельфин - translation to πορτογαλικά

НЕСИСТЕМАТИЧЕСКАЯ ГРУППА ВОДНЫХ МЛЕКОПИТАЮЩИХ ИНФРАОТРЯДА КИТООБРАЗНЫХ
Дельфин
  • Фреска с дельфинами, ок. 1600 г. до н. э., из [[Кносс]]а, [[Крит]]
  • Тарента]] (ок. 290 г. до н. э.), изображающий Фалантоса верхом на дельфине с одной стороны и всадником со щитом, украшенный дельфином, с другой стороны

golfinho m      
дельфин
porco-marinho m      
дельфин
дельфин      
delfim (m), golfinho (m)

Ορισμός

дельфин
ДЕЛЬФ'ИН, дельфина, ·муж. (·греч. delphin) (зоол.). Морское млекопитающее животное из разряда китообразных.

Βικιπαίδεια

Дельфины

Дельфи́ны — водные млекопитающие инфраотряда китообразных, принадлежащие либо к семейству дельфиновых (Delphinidae) — морские, либо к нетаксономической группе речных дельфинов — пресноводные. Питаются мелкой рыбой. В переводе с лат.- (играющий щенок моря )